arthropathie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
arthropathie | arthropathies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
arthropathie (fr) θηλυκό
- (ιατρική) η αρθροπάθεια
ενικός | πληθυντικός |
arthropathie | arthropathies |
arthropathie (fr) θηλυκό