articulated
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
articulated (en)
- articulated bus - αρθρωτό λεωφορείο
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
articulated (en)
- αόριστος & παθητική μετοχή αορίστου του articulate