assouvissement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
assouvissement | assouvissements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
assouvissement (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
assouvissement | assouvissements |
assouvissement (fr) αρσενικό