authentification
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
authentification | authentifications |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
authentification (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
authentification | authentifications |
authentification (fr) θηλυκό