avete
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
avete (it)
- β΄ πρόσωπο πληθυντικού οριστικής ενεστώτα του avere
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
avete (la)