basse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
basse | basses |
basse (fr) θηλυκό
- (μουσική) η μπάσα φωνή, φωνή μπάσου
- (μουσικό όργανο) το βιολοντσέλο, μπάσο