bioprospecting
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- bioprospecting < bio- (<αρχαία ελληνική βίος) + prospecting (<prospect)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
bioprospecting (en)
- (βιολογία) η έρευνα για τη δημιουργία φαρμακευτικών (ή άλλων) προϊόντων από φυτά ή μικροοργανισμούς
- (βιολογία) βιοπειρατεία