bitter
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | bitter |
συγκριτικός | bitterer / more bitter |
υπερθετικός | bitterest / most bitter |
Επίθετο[επεξεργασία]
bitter (en)
- πικρός
- ↪ Bitter vegetables are very healthy.
- Τα πικρά λαχανικά είναι πολύ υγιεινά.
- ↪ The coffee is bitter because I didn’t put any sugar in.
- Ο καφές είναι πικρός γιατί δεν έβαλα καθόλου ζάχαρη.
- ↪ Bitter vegetables are very healthy.
- πικραμένος