bure

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
bure bures

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

bure (fr) θηλυκό

  • καφετί χοντροκομμένο μάλλινο ύφασμα

Αναγραμματισμοί[επεξεργασία]