cachotterie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
cachotterie < → δείτε τις λέξεις cachotter και -erie
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cachotterie | cachotteries |
cachotterie (fr) θηλυκό
- (συνήθως στον πληθυντικό) μικρό μυστικό που χαίρεται κανείς να λέει ή να μεταδίδει