calandre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
calandre | calandres |
calandre (fr) θηλυκό
- η σχάρα του ψυγείου του αυτοκινήτου
ενικός | πληθυντικός |
calandre | calandres |
calandre (fr) θηλυκό