calembour

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
calembour calembours

Ετυμολογία [επεξεργασία]

calembour < calem- (calembredaine) + bour(de), (bourde)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

calembour (fr) αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]