carefree
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | carefree |
συγκριτικός | more carefree |
υπερθετικός | most carefree |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈker.friː/ (ΗΠΑ)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : care‐free
Επίθετο[επεξεργασία]
carefree (en)
Παράγωγα[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- carefree - Cambridge Dictionary online