chargé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | chargé | chargés |
θηλυκό | chargée | chargées |
chargé (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης : charge |
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | chargé | chargés |
θηλυκό | chargée | chargées |
chargé (fr) θηλυκό