chegada
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
chegada | chegadas |
chegada (pt) θηλυκό
- η άφιξη
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
chegada | chegadas |
chegada (pt) θηλυκό