cicatrisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cicatrisation | cicatrisations |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cicatrisation (fr) θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη cicatriser