clause

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
clause clauses
Η εντολή UPDATE της SQL με τρεις υποπροτάσεις (clauses) από τις οποίες η WHERE είναι προαιρετική

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /klɔːz/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

clause (en)

  1. η ρήτρα
  2. ο όρος
  3. άρθρο (συμφωνητικού)
  4. η πρόταση, η υποπρόταση[1]
  5. (προγραμματισμός) υποπρόταση (τμήμα) μιάς εντολής γλώσσας προγραμματισμού
    The GROUP BY clause is an optional clause of the SELECT statement.[2]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Λεξικό, Γιώργος Ι. Ξυδόπουλος, Τμήμα Φιλολογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών
  2. (Αγγλικά) Introduction to SQLite GROUP BY clause, πρόσβαση:2020-01-14



Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
clause clauses

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

clause (fr) θηλυκό