come together

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας come together
γ΄ ενικό ενεστώτα comes together
αόριστος came together
παθητική μετοχή come together
ενεργητική μετοχή coming together

Ετυμολογία [επεξεργασία]

come together < → δείτε τις λέξεις come και together

Ρήμα[επεξεργασία]

come together (en)

  1. (αμετάβατο) συγκεντρώνομαι
    We’ve come together today to honor…
    Συγκεντρωθήκαμε σήμερα για να τιμήσουμε…
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη assemble
  2. (αμετάβατο) συνεργάζομαι
    If European countries don’t come together
    Αν δεν συνεργαστούν οι Ευρωπαϊκές χώρες…
    English and French technicians came together to build the Concorde.
    Άγγλοι και Γάλλοι τεχνικοί συνεργάστηκαν για να φτιάξουν το Κόνκορντ.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη collaborate

Πηγές[επεξεργασία]