confrérie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

confrérie < μεσαιωνική λατινική confratria

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɔ̃.fʁe.ʁi/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
confrérie confréries

confrérie (fr) θηλυκό

  1. η αδελφότητα
    au sein des rangs de la confrérie - μεταξύ των μελών της αδελφότητας
  2. το σινάφι
  3. η συντεχνία

Συγγενικά[επεξεργασία]