connaisseur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
connaisseur | connaisseurs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
connaisseur (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
connaisseur | connaisseurs |
connaisseur (fr) αρσενικό