conscientious

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός conscientious
συγκριτικός more conscientious
υπερθετικός most conscientious

Επίθετο[επεξεργασία]

conscientious (en)

  • ευσυνείδητος, ηθικά συνειδησιακός
    He is a conscientious employee/craftsman/doctor/teacher.
    Είναι ευσυνείδητος υπάλληλος/τεχνίτης/γιατρός/δάσκαλος.
    A conscientious driver would not leave the victim helpless.
    Ένας ευσυνείδητος οδηγός δε θα εγκατέλειπε αβοήθητο το θύμα του.
    He did a very conscientious job.
    Έκανε μια πολύ ευσυνείδητη δουλειά.

Σύνθετα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]