consul

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

consul (fr) αρσενικό

  1. o πρόξενος
  2. (ιστορία) ο ύπατος
    les consuls de Rome, les consuls de Byzance
    οι Ρωμαίοι ύπατοι (της Ρώμης), οι ύπατοι του Βυζαντίου (βυζαντινοί)

Πηγές[επεξεργασία]



Λατινικά (la)[επεξεργασία]

ζητούμενο λήμμα


Πηγές[επεξεργασία]