culer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
culer (fr)
- (ναυτικός όρος) οπισθοχωρώ
- (για την καρίνα ενός πλοίου) ακουμπώ τον πυθμένα
Ρήμα[επεξεργασία]
culer (fr)