czytelniczka
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- czytelniczka < czytać
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
czytelniczka (pl) θηλυκό
czytelniczka (pl) θηλυκό