deĵori

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα deĵori
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας deĵoras deĵoranta deĵorata
αόριστος deĵoris deĵorinta deĵorita
μέλλοντας deĵoros deĵoronta deĵorota
υποθετική deĵorus - -
προστακτική deĵoru - -

deĵori (eo)