deltoïdien
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- deltoïdien < deltoïde
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | deltoïdien | deltoïdiens |
θηλυκό | deltoïdienne | deltoïdiennes |
deltoïdien (fr)