dernièrement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- dernièrement < dernier
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /dɛʁ.njɛʁ.mɑ̃/
- ⓘ
Επίρρημα[επεξεργασία]
dernièrement (fr)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη dernier