destino
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | destino | destinoj |
αιτιατική | destinon | destinojn |
destino (eo)
- το πεπρωμένο
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
destino | destinos |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
destino (es) αρσενικό
- ο προορισμός
- το πεπρωμένο