digeste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
digeste | digestes |
Επίθετο[επεξεργασία]
digeste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
digeste | digestes |
digeste (fr) αρσενικό ή θηλυκό