dilemme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /di.lɛm/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
dilemme dilemmes

dilemme (fr) αρσενικό