diligenter

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

diligenter (fr)

  1. πιέζω κάποιον να κάνει κάτι
  2. επισπεύδω κάτι