dopage

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
dopage dopages

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

dopage (fr) αρσενικό