duonpreze

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

duonpreze < duon(o) + prez(o) + -e

Επίρρημα[επεξεργασία]

duonpreze (eo)

  1. στη μισή τιμή
    infanoj manĝas duonpreze - τα παιδιά τρώνε στη μισή τιμή