Πάνας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

ο Πάνας και οι Νύμφες σε σπήλαιο, 330 π.Χ.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πάνας < Παν < πάομαι < ινδοευρωπαϊκή ρίζα πα-

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πάνας ουδέτερο

  1. όνομα αρχαίας ελληνικής θεότητας και μυθολογικού ήρωα, η λατρεία του οποίου ήταν αρκετά διαδεδομένη στην Ελλάδα
    η λατρεία του Πάνα ξεκίνησε πιθανόν από τους βοσκούς της Αρκαδίας
  2. (αστρονομία) ο πρώτος σε απόσταση φυσικός δορυφόρος του Κρόνου


Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]