Πλούταρχος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Πλούταρχος οι Πλούταρχοι
      γενική του Πλούταρχου
Πλουτάρχου
των Πλούταρχων
Πλουτάρχων
    αιτιατική τον Πλούταρχο τους Πλούταρχους
Πλουτάρχους
     κλητική Πλούταρχε Πλούταρχοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πλούταρχος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Πλούταρχος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πλούταρχος αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πλούταρχος < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πλούταρχος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. αρχαίος Έλληνας ιστορικός, βιογράφος και δοκιμιογράφος