Χάγη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Χάγη
      γενική της Χάγης
    αιτιατική τη Χάγη
     κλητική Χάγη
Κατηγορία όπως «σκόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Χάγη < (άμεσο δάνειο) γαλλική Hague < ολλανδική Den Haag ("θάμνος")

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Χάγη θηλυκό

  • πόλη της Ολλανδίας στην οποία βρίσκεται η έδρα της ολλανδικής κυβέρνησης

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]