σελήνιο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

  • Χημικό στοιχείο: Se
  • Ατομικός αριθμός : 34
  • Προηγούμενο = As
  • Επόμενο = Br

Δείτε επίσης: Περιοδικός πίνακας των στοιχείων

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σελήνιο < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινική selenium < αρχαία ελληνική Σελήνη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

σελήνιο ουδέτερο στον ενικό

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σελήνιο τα σελήνια
      γενική του σελήνιου
σεληνίου
των σελήνιων
σεληνίων
    αιτιατική το σελήνιο τα σελήνια
     κλητική σελήνιο σελήνια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]