en aval

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

en aval < aval

Επίρρημα[επεξεργασία]

en aval (fr)

  1. προς το κάτω μέρος ενός ποταμού, προς το μέρος όπου κυλάει το νερό
  2. (μεταφορικά) (για μια διαδικασία) αργότερα, σε ένα στάδιο που έπεται του σταδίου για το οποίο γίνεται λόγος

Αντώνυμα[επεξεργασία]