envier

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

envier < envie

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɑ̃.vje/
 

Ρήμα[επεξεργασία]

envier (fr)

  1. ζηλεύω, φθονώ
  2. envier (quelque chose) - επιθυμώ κάτι
  3. envier (quelque chose) à (quelqu'un) - αισθάνομαι επιθυμία για κάτι που κατέχει κάποιος

Συγγενικά[επεξεργασία]