epistle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

epistle < αρχαία γαλλική epistle < λατινική epistola < αρχαία ελληνική ἐπιστολή

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɪˈpɪs.l/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

epistle (en)

  1. επιστολή, λογοτεχνική σύνθεση σε μορφή γράμματος
  2. επιστολή (στην Καινή Διαθήκη)
    the Epistles of St. Paul - οι Επιστολές του Αποστόλου Παύλου