estimi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

estimi < estim- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα estimi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας estimas estimanta estimata
αόριστος estimis estiminta estimita
μέλλοντας estimos estimonta estimota
υποθετική estimus - -
προστακτική estimu - -

estimi (eo)

Αντώνυμα[επεξεργασία]



Ίντο (io)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

estimi (io)