etimologista

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
etimologista etimologisti


      ενικός         πληθυντικός  
etimologista etimologiste

etimologista (it) αρσενικό , θηλυκό