exaggerator

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

exaggerator < exaggerate

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

exaggerator (en)