existing

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

existing (en)

  1. μετοχή ενεστώτα του ρήματος exist

Επίθετο[επεξεργασία]

existing (en)

  1. το υπάρχον τώρα, που υπάρχει