exoplanète

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛ.ɡzɔ.pla.nɛt/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
exoplanète exoplanètes

exoplanète (fr) θηλυκό