experienced

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός experienced
συγκριτικός more experienced
υπερθετικός most experienced

experienced (en)

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

experienced (en)

Πηγές[επεξεργασία]