extrême
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
extrême | extrêmes |
extrême (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
extrême (fr) αρσενικό
- η ακρότητα