fiévreux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
fiévreux → δείτε τις λέξεις fièvre και -eux
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fiévreux | fiévreux |
θηλυκό | fiévreuse | fiévreuses |
fiévreux (fr)