flipper
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
flipper (en)
- το πτερύγιο (της φάλαινας, του δελφινιού)
- το βατραχοπέδιλο
- ...
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
flipper | flippers |
flipper (fr) αρσενικό
- το παιχνίδι φλίπερ
Ρήμα[επεξεργασία]
flipper (fr)
- (οικείο)