formă

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: forma

Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

formă (ro) θηλυκό

  1. η μορφή
  2. το καλούπι

Κλίση[επεξεργασία]